Ads 468x60px

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Η Γ΄ ΕΛΜΕ για τις «πανελλήνιες εξετάσεις»

Γ΄ ΕΛΜΕ - ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ                                                      Θεσσαλονίκη 2/6/2015
Πρ. Κορομηλά 51
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 54622
e-mail: gelmeth3@gmail.com
http://3elmethess.blogspot.gr/
η Γ΄ ΕΛΜΕ στο διαδίκτυο 

Για τις «πανελλήνιες εξετάσεις» 

Πέφτει η αυλαία των φετινών «πανελλήνιων εξετάσεων» εν μέσω πλήθους κριτικών για την εξαιρετική δυσκολία των θεμάτων σε ορισμένα μαθήματα.
Θέματα «δύσκολα», «βατά», «για καλά προετοιμασμένους», «τα δυσκολότερα θέματα των τελευταίων ετών», οι ξύλινες εκφράσεις των εφημερίδων, των επιστημονικών ενώσεων, των κάθε λογής αναλυτών.
Πληθαίνουν και οι φωνές ολοκληρωτικής απόρριψης του θεσμού ακόμα και στις προγραμματικές δηλώσεις των αρμοδίων υπουργών. O μύθος του «αδιάβλητου» νομιμοποιεί χρόνια τώρα στην ελληνική κοινωνία τον πιο σημαντικό ταξικό φραγμό στην εκπαίδευση. Όλοι σχεδόν μιλούν περί του πιο «δοκιμασμένου», «άψογου», «αξιόπιστου», «αντικειμενικού» θεσμού.
Η αντικειμενικότητα του συστήματος που υπερθεματίζουν αφορά μόνο την πλευρά της τυπικά ισότιμης αντιμετώπισης των υποψηφίων (κοινά θέματα, κοινός χρόνος εξέτασης, αυστηρή επιτήρηση, μυστικότητα στη βαθμολογία κ.λ.π.) που εξασφαλίζεται από την συνεπή και κακοπληρωμένη συμμετοχή της πλειοψηφίας του κατώτερου εκπαιδευτικού προσωπικού των σχολείων.
Αποκρύπτεται εντέχνως η εντελώς ανισότιμη προετοιμασία για τις εξετάσεις (ή -πιο σωστά- για τον διαγωνισμό). Αυτή καθορίζεται από το μορφωτικό, κοινωνικό περιβάλλον του υποψηφίου και κυρίως από την οικογενειακή δαπάνη που διοχετεύεται σε φροντιστήρια, ιδιαίτερα και … «βοηθήματα», μια τεράστια αγορά(!) που ζει και αναπνέει από τον «αδιάβλητο» θεσμό και περιγελά την λεγόμενη δωρεάν παιδεία. O βαθμός δυσκολίας και το γενικότερο πνεύμα των θεμάτων που επιλέγονται είναι προσανατολισμένος, όχι στο επίπεδο των σχολικών βιβλίων, καθώς θα όφειλε, αλλά στο επίπεδο των “βοηθημάτων” που κυκλοφορούν στο εμπόριο.
Tα φετινά θέματα των μαθηματικών κατεύθυνσης π.χ., που παγίως προσφέρονται να παίξουν τον ρόλο του εξεταστικού κι επομένως ταξικού σφαγέα, ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Στις ασκήσεις των φετινών θεμάτων περιέχονταν πολλά δύσκολα σκέλη με κάποια απ’ αυτά να είναι ασύλληπτης, νοσηρής δυσκολίας, πράγμα εντελώς ακατανόητο ακόμη και για τους
επιλεκτικούς σκοπούς αυτού του ανταγωνιστικού διαγωνισμού.

Το αποτέλεσμα είναι εν πολλοίς προδιαγεγραμμένο. Οι εξετάσεις επικυρώνουν τυπικά τις ταξικές διακρίσεις. Η ίδια η ύπαρξη των εξετάσεων καθορίζει ήδη από πολύ νωρίς τις εκπαιδευτικές επιλογές των μαθητών όταν από το Γυμνάσιο κιόλας οι «εν δυνάμει» αποτυχόντες (παιδιά από φτωχά-λαϊκά στρώματα) αποκλείονται «αυτοβούλως» με την μετατόπισή τους στην πολυδιασπασμένη, πολυμεταρρυθμισμένη και υποβαθμισμένη Τεχνική Εκπαίδευση ή εγκαταλείπουν το σχολείο. Το ίδιο το σύστημα που θεσπίζει φράγματα για τους πολλούς, το ίδιο τα καταργεί για τους έχοντες: όποιος δεν καταφέρει να περάσει, φοιτά σε πανεπιστήμιο του εξωτερικού αρκεί να έχει χρήματα. Ο κλειστός αριθμός εισακτέων και οι ανταγωνιστικές εξετάσεις μένουν γι αυτούς που δεν έχουν. Ή, αυτός που θα απορριφθεί θα μπορεί, πάλι αν έχει τα χρήματα, να γραφτεί σε ένα ιδιωτικό κολέγιο και αποφοιτώντας να έχει τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα (ας είναι καλά η Ε.Ε.) με τους υπόλοιπους.
Η αυτονόμηση της λυκειακής βαθμίδας από τις υπόλοιπες, μετατρέπει το Λύκειο σε προθάλαμο για την εισαγωγή σε ΑΕΙ – ΤΕΙ, όπου όμως ασκούνται κυρίως οι συμπληρωματικές γραφειοκρατικές πλευρές της τεχνικής προετοιμασίας (συμπλήρωση μηχανογραφικού, διενέργεια των εξετάσεων κ.λ.π.) ενώ η βασική προετοιμασία-προπόνηση επαφίεται στο κύκλωμα της παραπαιδείας (φαινόμενο μοναδικό στην Ευρώπη).
Το φροντιστήριο αποθεώνεται και το σχολείο απαξιώνεται. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι τα επίμαχα ειδικά μαθήματα (ξένες γλώσσες, σχέδιο, μουσική, αθλήματα για τα Τ.Ε.Φ.Α.) διδάσκονται εντελώς τυπικά στο Λύκειο ή και καθόλου.
Οι πιο σημαντικές όμως παρενέργειες των πανελλαδικών είναι η τυποποίηση της γνώσης, η μορφωτική μονομέρεια, ο ακρωτηριασμός των ουσιωδών και αναγκαίων γνώσεων, ο κατακερματισμός των επιστημονικών αντικειμένων, η παροχή θραυσμάτων από πληροφορίες, η πρόωρη ειδίκευση, οι τεχνικές αποστήθισης, η υποτίμηση μέχρις χλευασμού της μη εξεταστικά χρήσιμης γνώσης. Αυτό υπαγορεύεται από το «αξιόπιστο» του θεσμού που για να είναι τέτοιο, τα κριτήρια πρέπει να είναι μετρήσιμα και «αντικειμενικά». Τελικός στόχος τους η σύνθλιψη της εφηβείας, αποβλάκωση, κυνισμός από τα 17, πολιτικός, πολιτιστικός και κοινωνικός αναλφαβητισμός, ενχάραξη της λογικής του ανταγωνισμού, υποταγμένες και ευπροσάρμοστες προσωπικότητες. Όλα δηλαδή τα «απαραίτητα προσόντα» για «πετυχημένη» πορεία στο πανεπιστήμιο της αγοράς, προς το έωλο και ακριβοπληρωμένο πτυχίο και μεταπτυχιακό και από εκεί στη φρίκη της ανεργίας ή στον κοινωνικό μεσαίωνα της μαύρης εργασίας ή της μετανάστευσης.

Ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα λοιπόν καθορίζεται από τις εξετάσεις και όχι μόνο τις πανελλαδικές. Όλα στο σχολείο στροβιλίζονται γύρω από βαθμούς και εξετάσεις. Οποιαδήποτε πρωτοτυπία, ζωντάνια, καινοτόμα ιδέα του εκπαιδευτικού ακυρώνεται. Η «επιτυχία» στις εξετάσεις επιβάλλει την ομοιομορφία και την τυποποίηση της διδασκαλίας. Η «δικτατορία της ύλης» περιορίζει μέχρις εσχάτων την παιδαγωγική ελευθερία. Η συνεργατική μάθηση αποκλείεται εξ ορισμού στο κλίμα του άκρατου ανταγωνισμού και της βαθμοθηρίας, της ατομικής και «αδιάβλητης» εξέτασης. Η βιωματική προσέγγιση της γνώσης, η διεπιστημονικότητα της γνώσης, οι εναλλακτικές διδακτικές προσεγγίσεις καθίστανται νεκρό γράμμα καθώς ο Ιούνης του εξεταστικού Μινώταυρου παραμονεύει. Οι πανελλαδικές κλέβουν, τέλος, πολύτιμο χρόνο από την εκπαιδευτική διαδικασία ένα περίπου μήνα(!) και πολύτιμο χρήμα για την στήριξή της (20 περίπου εκ. ευρώ διατίθενται κάθε χρόνο).

Τίποτε απ΄ αυτά δεν αλλάζει επί της ουσίας (και δεν άλλαξε τόσα χρόνια με τις αλλεπάλληλες «μεταρρυθμίσεις») με επιμέρους τροποποιήσεις σε πλευρές του συστήματος (αυξομειώσεις των εξεταζομένων μαθημάτων, εμπλοκή ή όχι της Β΄ ή Α΄ λυκείου, δομή και βαθμός δυσκολίας των θεμάτων, θεσμοθέτηση της βάσης του 10 κ.λ.π.). Ούτε η μετατόπιση των ταξικών αποκλεισμών και κατηγοριοποιήσεων στα ΑΕΙ (προπαρασκευαστικό έτος σπουδών, δύο κύκλοι σπουδών α λα Μπολόνια κ.λ.π., όπως προτείνονται απ’ τ΄αριστερά και δεξιά) αντιμετωπίζει την ουσία του προβλήματος.

Κατάργηση λοιπόν των πανελλαδικών εξετάσεων και ελεύθερη πρόσβαση τώρα!

Στην προφανή και γνωστή, καλοπροαίρετη ή όχι ένσταση «αν μπορούν όλα τα παιδιά να σπουδάσουν» ή «αν τα πανεπιστήμια επαρκούν» η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι συνολική. Ενιαίο δωδεκάχρονο ποιοτικό ,δημόσιο και δωρεάν σχολείο ευρύχωρο και ελκυστικό για όλα τα παιδιά.
Ένα σχολείο που θα συνδέει οργανικά και δημιουργικά την γενική με την τεχνολογική γνώση, τις εφαρμογές, την πραγματική ζωή και την κοινωνία. Με 20 παιδιά το πολύ σε κάθε τάξη, με ενιαία δημοκρατικά αναδιαμορφωμένα προγράμματα σπουδών και βιβλία, που θα προάγει την ολόπλευρη γνώση, την κριτική σκέψη, την ομαδική εργασία, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και που θα παράγει ολοκληρωμένες μαχόμενες προσωπικότητες. Με 2 ξένες γλώσσες και γνώση H/Y αποκλειστικά από το σχολείο. Ένα σχολείο που θα αφήνει ελεύθερο τον δάσκαλο να μεγαλουργήσει, θα τον στηρίζει, θα τον σέβεται, θα τον ενθαρρύνει θα του επιτρέπει να αφιερωθεί αποκλειστικά στον παιδαγωγικό του ρόλο.

 Ένα σχολείο της πλήρους παιδαγωγικής ελευθερίας, της δημοκρατικής λειτουργίας χωρίς «αφεντικά», managers, μέντορες και αξιολογητές, της άρτιας υλικοτεχνικής υποδομής, της αντισταθμιστικής εκπαίδευσης για «τα παιδιά ενός κατώτερου θεού».  Ένα σχολείο που θα απορρίψει τις εξετάσεις και όχι τους μαθητές του. Θα απαλλάξει την κοινωνία και την εκπαίδευση από τους παραλογισμούς του «φροντιστηρίου» και των «ιδιαιτέρων». 5,5 δις!

Ένα τέτοιο «άριστο» σχολείο και όχι των αρίστων, μπορεί να οδηγεί απρόσκοπτα τα παιδιά είτε απ’ ευθείας στην αγορά εργασίας είτε σε μια ενιαία, δημόσια ποιοτική και δωρεάν πανεπιστημιακή εκπαίδευση με γενναία και επαρκή χρηματοδότηση, υποδομές και φοιτητική μέριμνα με γερά και ενιαία πτυχία, που θα προάγει και θα ερευνά την κοινωνικά ωφέλιμη γνώση. Σε όσους και σε όποια φάση της ζωής τους το επιθυμούν, ή σε επαγγέλματα που δεν απαιτείται πανεπιστημιακή εκπαίδευση, να υπάρχει η επιλογή φοίτησης σε υψηλού επιπέδου δημόσιες δωρεάν ενιαίες σχολές επαγγελματικής εκπαίδευσης, ενταγμένες στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Με ανοικτή πάντοτε την δυνατότητα αμφίδρομης κινητικότητας με τα ΑΕΙ.
Εννοείται ότι μια τέτοια προοπτική πρέπει να συνοδεύεται, να υπηρετείται και να αλληλοτροφοδοτείται από ριζοσπαστικές κοινωνικές τομές και ανατροπές (πχ αξιοπρεπείς αμοιβές, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, μείωση του χρόνου εργασίας για όλα τα επαγγέλματα).

Όσον αφορά το επίσης γνωστό ερώτημα «που θα βρεθούν χρήματα» για μια τέτοια προοδευτική τομή στη παιδεία υπάρχουν απαντήσεις αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση. Για παράδειγμα, αν παραγνωρίσουμε το χρέος προς τους δανειστές για να εκπληρώσουμε το μέγα χρέος προς τους μαθητές, τα παιδιά μας.

Το εκπαιδευτικό κίνημα, τολμηρά και αποφασιστικά οφείλει να αναδείξει το ζήτημα της ελεύθερης πρόσβασης σαν βασική πτυχή των διεκδικήσεών του, διευρύνοντας τις συμμαχίες του με τους μαθητές και τους εργαζόμενους γονείς. 

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΘΗΡΑΣ                                 ΕΛΕΝΗ ΤΣΙΝΑΡΕΛΗ
 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ - rss

Πρόσφατα άρθρα του ΑLFAVITA.GR